21

Ι

ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΦΑΓΕΙΑ ΠΑΤΡΩΝ

Μετά την απελευθέρωση από τους τούρκους, η Πάτρα άρχισε να συγκροτείται και να αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Η ανάπτυξη όμως και η αύξηση του πληθυσμού δημιουργεί ανάγκες και πρωτίστως ανάγκες διατροφικές.
Επόμενο ήταν προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες σε κρέας, εκτός από την κτηνοτροφία που έτσι και αλλιώς υπήρχε, έπρεπε να υπάρχουν και σφαγεία. Σφαγεία δεν υπήρχαν, ούτε υποτυπώδη. Η δυσοσμία από την σφαγή των ζώων και η σήψη που ακολουθούσε ήταν αφόρητες. Έτσι το δημοτικό συμβούλιο της 7 Απριλίου 1869 παίρνει την απόφαση, να διατυπωθεί η παράκληση σε όσους σφάζουν ζώα (κρεοπώλες, κτηνοτρόφοι), αυτό να γίνεται σε ορισμένα μέρη της πόλης!
Στην συνεδρία της 25 Ιανουαρίου 1873 το δημοτικό συμβούλιο αποφασίζει να κατασκευαστεί σφαγείο εκτός της πόλης. Το έργο απεδείχθη ατελέστατο και ακολουθούν δικαστήρια μεταξύ Δήμου, εργολάβου και άλλων εμπλεκομένων. Οι πατρινοί γιατροί Ιωάννης Α. Γιαννόπουλος και Χρήστος Π. Κορύλλος σε έκθεσή τους στις 18 Απριλίου 1873 αναφέρουν πως η σφαγή των ζώων γίνεται πλησίον των κρεοπωλείων ή σε αγρούς, γενικά οπουδήποτε. Στο μεταξύ το δημοτικό σφαγείο, αυτό το ατελέστατο, κατεστράφη. Είχε κατασκευασθεί κοντά στην θάλασσα και σε μια μεγάλη κακοκαιρία το κατέστρεψε. Και όπως γράφει η εφημερίδα «Αι Πάτραι» στο φύλλο της 30 Μαρτίου 1878: » … απεδείχθη έργον ακατάλληλον και τυχαίον». Στην εφημερίδα «Φορολογούμενος» στο φύλλο της 29 Ιουνίου 1879 διαβάζουμε, ότι κατόπιν αστυνομικής διατάξεως λειτούργησε σφαγείο για μεν την Κάτω πόλη στην συνοικία των βυρσοδεψείων, για δε την Άνω πόλη στην συνοικία της Αγίας.

Στην αγορά της Άνω πόλης λειτουργεί σφαγείο, λόγω όμως της κακοσμίας αποφασίζεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της 14 Μάιου 1885 να ενοικιασθεί και να μεταφερθεί σε ένα ξύλινο που βρισκόταν στην περιοχή του Αγίου Ανδρέα. Το προ εικοσαετίας περίπου λιθόκτιστο, που υπήρχε, καταργείται λόγω της Η θέση του σφαγείου φαίνεται στο σχεδιάγραμμα του σχεδίου πόλεως του Τζέτζου του 1885 στην θέση Ψηλή όπου ευρίσκοντο και τα βυρσοδεψία. Στην εφημερίδα «Φορολογούμενος», στο φύλλο της 7 Φεβρουαρίου 1892 διαβάζουμε την είδηση ότι απεφασίσθη να κατασκευασθεί σφαγείο στο Γυρί. Και στην συνέχεια κατακρίνει η ίδια εφημερίδα ως ακατάλληλη αυτή την θέση.

Η εφημερίδα «Νεολόγος» στο φύλλο της 25 Φεβρουαρίου 1900 γράφει την είδηση ότι θα γίνουν σφαγεία στην μεσημβρινή πλευρά της πόλης και συγκεκριμένα αναφέρει: «Το σφαγείον μεταφέρεται. Πού θα γίνει; Ο κ. Δήμαρχος προέβη κατ’ αυτάς και εις άλλην απόφασιν λίαν φρόνιμον. Κατανοών ότι η ύπαρξις του σφαγείου εν αυτή τη μεσημβρινή αγορά θα έχει αποτελέσματα όχι ευχάριστα δια την υγείαν των περιοίκων και της πόλεως, απεφάσισεν όπως μεταφέρη τούτο εις τον μώλον της οδού Καλαβρύτων. Η απόφασις αυτή θα ακουσθή, δεν αμφιβάλλομεν, λίαν ευχαρίστως, υπό των περιοίκων της Μεσημβρινής αγοράς, θα επικροτηθή δε και υφ’ ολοκλήρου της πόλεως. Το νέον – προσωρινόν πάντοτε σφαγείον – θα κοστίσει περί τας 6.000 – 7.000 δρχ. κατά τας προκαρτατικάς μελέτας, το δε έργον θα τεθή λίαν ενωρίς εις εκτέλεσιν». Με λίγα λόγια λόγω της μεγάλης ανάγκης για λόγους υγιεινής αποφασίστηκε η κατασκευή των σφαγείων.

Στο Δημοτικό συμβούλιο της 27 Απριλίου 1900 αποφασίζεται τα νέα σφαγεία να γίνουν στην περιοχή του Αγίου Ανδρέου. Στο Δημοτικό συμβούλιο της 22 Ιουνίου 1900 συζητείται τα Δημοτικά σφαγεία να γίνουν λιθόκτιστα και μόνιμα. Τελικά στο Δημοτικό συμβούλιο της 6 Νοεμβρίου 1900 εγκρίνεται η προκήρυξη κατασκευής των σφαγείων στην οδό Ιτεών, περιοχή Κρύα Ιτεών, δηλαδή εκεί που τελικά έγιναν. Η Νομαρχία ακυρώνει με ψήφισμα την ανέγερση των σφαγείων στην θέση Κρύα Στο Δημοτικό συμβούλιο της 15 Φεβρουαρίου 1901 αποφασίζεται να ασκηθεί έφεση κατά του ακυρωτικού ψηφίσματος της Νομαρχίας. Η απόφαση αυτή του συμβουλίου, να ασκηθεί έφεση, ήταν καθοριστική, ας δούμε τι έλεγε:

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΙΣ 15ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1901

«Εν Πάτραις σήμερον ημέραν Πέμπτην και ώραν 5ην μ.μ. εν τω Δημοτικώ Καταστήματι και εν τη ιδιαιτέρα αιθούση των συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου, παρόντος του Δημάρχου κ. Δημ. Βότση, προσήλθον συνεπεία προσκλήσεως του κ. Προέδρου του Δημοτικού Σθμβουλίου (16) δημοτικοί σύμβουλοι και ούτω καταρτισθείσης νομίμου απαρτίας ο κ. Πρόεδρος εκήρυξε την έναρξιν της συνεδριάσεως.

Ο κ. Δήμαρχος ανεκοίνωσε την υπ’ αρίθμ. 251 ενεστώτος έτους απόφασιν του κ. Νομάρχου, δι’ ής ακυρούνται τα υπ’ αριθμούς 342, 347, και 408 ενεστώτος έτους ψηφίσματα του Δημοτικού Συμβουλίου περί αγοράς των κατά την μεσημβρινήν πλευράν της πόλεως και παρά την παραλίαν οικοπέδων των Κων. Λάππα και Νικ. Βενετσανόπουλου πρός κατασκευήν εν αυτοίς Δημοτικών Σφαγείων.

Μετά την απελευθέρωση από τους τούρκους, η Πάτρα άρχισε να συγκροτείται και να αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Η ανάπτυξη όμως και η αύξηση του πληθυσμού δημιουργεί ανάγκες και πρωτίστως ανάγκες διατροφικές. Επόμενο ήταν προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες σε κρέας, εκτός από την κτηνοτροφία που έτσι και αλλιώς υπήρχε, έπρεπε να υπάρχουν και σφαγεία. Σφαγεία δεν υπήρχαν, ούτε υποτυπώδη. Η δυσοσμία από την σφαγή των ζώων και η σήψη που ακολουθούσε ήταν αφόρητες. Έτσι το δημοτικό συμβούλιο της 7 Απριλίου 1869 παίρνει την απόφαση, να διατυπωθεί η παράκληση σε όσους σφάζουν ζώα (κρεοπώλες, κτηνοτρόφοι), αυτό να γίνεται σε ορισμένα μέρη της πόλης!

Στην συνεδρία της 25 Ιανουαρίου 1873 το δημοτικό συμβούλιο αποφασίζει να κατασκευαστεί σφαγείο εκτός της πόλης. Το έργο απεδείχθη ατελέστατο και ακολουθούν δικαστήρια μεταξύ Δήμου, εργολάβου και άλλων εμπλεκομένων. Οι πατρινοί γιατροί Ιωάννης Α. Γιαννόπουλος και Χρήστος Π. Κορύλλος σε έκθεσή τους στις 18 Απριλίου 1873 αναφέρουν πως η σφαγή των ζώων γίνεται πλησίον των κρεοπωλείων ή σε αγρούς, γενικά οπουδήποτε. Στο μεταξύ το δημοτικό σφαγείο, αυτό το ατελέστατο, κατεστράφη. Είχε κατασκευασθεί κοντά στην θάλασσα και σε μια μεγάλη κακοκαιρία το κατέστρεψε. Και όπως γράφει η εφημερίδα «Αι Πάτραι» στο φύλλο της 30 Μαρτίου 1878: » … απεδείχθη έργον ακατάλληλον και τυχαίον». Στην εφημερίδα «Φορολογούμενος» στο φύλλο της 29 Ιουνίου 1879 διαβάζουμε, ότι κατόπιν αστυνομικής διατάξεως λειτούργησε σφαγείο για μεν την Κάτω πόλη στην συνοικία των βυρσοδεψείων, για δε την Άνω πόλη στην συνοικία της Αγίας.

Στην αγορά της Άνω πόλης λειτουργεί σφαγείο, λόγω όμως της κακοσμίας αποφασίζεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της 14 Μάιου 1885 να ενοικιασθεί και να μεταφερθεί σε ένα ξύλινο που βρισκόταν στην περιοχή του Αγίου Ανδρέα. Το προ εικοσαετίας περίπου λιθόκτιστο, που υπήρχε, καταργείται λόγω της Η θέση του σφαγείου φαίνεται στο σχεδιάγραμμα του σχεδίου πόλεως του Τζέτζου του 1885 στην θέση Ψηλή όπου ευρίσκοντο και τα βυρσοδεψία. Στην εφημερίδα «Φορολογούμενος», στο φύλλο της 7 Φεβρουαρίου 1892 διαβάζουμε την είδηση ότι απεφασίσθη να κατασκευασθεί σφαγείο στο Γυρί. Και στην συνέχεια κατακρίνει η ίδια εφημερίδα ως ακατάλληλη αυτή την θέση.

Η εφημερίδα «Νεολόγος» στο φύλλο της 25 Φεβρουαρίου 1900 γράφει την είδηση ότι θα γίνουν σφαγεία στην μεσημβρινή πλευρά της πόλης και συγκεκριμένα αναφέρει: «Το σφαγείον μεταφέρεται. Πού θα γίνει; Ο κ. Δήμαρχος προέβη κατ’ αυτάς και εις άλλην απόφασιν λίαν φρόνιμον. Κατανοών ότι η ύπαρξις του σφαγείου εν αυτή τη μεσημβρινή αγορά θα έχει αποτελέσματα όχι ευχάριστα δια την υγείαν των περιοίκων και της πόλεως, απεφάσισεν όπως μεταφέρη τούτο εις τον μώλον της οδού Καλαβρύτων. Η απόφασις αυτή θα ακουσθή, δεν αμφιβάλλομεν, λίαν ευχαρίστως, υπό των περιοίκων της Μεσημβρινής αγοράς, θα επικροτηθή δε και υφ’ ολοκλήρου της πόλεως. Το νέον – προσωρινόν πάντοτε σφαγείον – θα κοστίσει περί τας 6.000 – 7.000 δρχ. κατά τας προκαρτατικάς μελέτας, το δε έργον θα τεθή λίαν ενωρίς εις εκτέλεσιν». Με λίγα λόγια λόγω της μεγάλης ανάγκης για λόγους υγιεινής αποφασίστηκε η κατασκευή των σφαγείων.

Στο Δημοτικό συμβούλιο της 27 Απριλίου 1900 αποφασίζεται τα νέα σφαγεία να γίνουν στην περιοχή του Αγίου Ανδρέου. Στο Δημοτικό συμβούλιο της 22 Ιουνίου 1900 συζητείται τα Δημοτικά σφαγεία να γίνουν λιθόκτιστα και μόνιμα. Τελικά στο Δημοτικό συμβούλιο της 6 Νοεμβρίου 1900 εγκρίνεται η προκήρυξη κατασκευής των σφαγείων στην οδό Ιτεών, περιοχή Κρύα Ιτεών, δηλαδή εκεί που τελικά έγιναν. Η Νομαρχία ακυρώνει με ψήφισμα την ανέγερση των σφαγείων στην θέση Κρύα Στο Δημοτικό συμβούλιο της 15 Φεβρουαρίου 1901 αποφασίζεται να ασκηθεί έφεση κατά του ακυρωτικού ψηφίσματος της Νομαρχίας. Η απόφαση αυτή του συμβουλίου, να ασκηθεί έφεση, ήταν καθοριστική, ας δούμε τι έλεγε:

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΙΣ 15ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1901

«Εν Πάτραις σήμερον ημέραν Πέμπτην και ώραν 5ην μ.μ. εν τω Δημοτικώ Καταστήματι και εν τη ιδιαιτέρα αιθούση των συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου, παρόντος του Δημάρχου κ. Δημ. Βότση, προσήλθον συνεπεία προσκλήσεως του κ. Προέδρου του Δημοτικού Σθμβουλίου (16) δημοτικοί σύμβουλοι και ούτω καταρτισθείσης νομίμου απαρτίας ο κ. Πρόεδρος εκήρυξε την έναρξιν της συνεδριάσεως.

Ο κ. Δήμαρχος ανεκοίνωσε την υπ’ αρίθμ. 251 ενεστώτος έτους απόφασιν του κ. Νομάρχου, δι’ ής ακυρούνται τα υπ’ αριθμούς 342, 347, και 408 ενεστώτος έτους ψηφίσματα του Δημοτικού Συμβουλίου περί αγοράς των κατά την μεσημβρινήν πλευράν της πόλεως και παρά την παραλίαν οικοπέδων των Κων. Λάππα και Νικ. Βενετσανόπουλου πρός κατασκευήν εν αυτοίς Δημοτικών Σφαγείων.

(Η ακύρωσις εγένετο) δια τον λόγον ότι (τα οικόπεδα) ταύτα κείνται επί της παραλιακής οδού και ουχί μακράν ταύτης, εις απόστασιν 100 έως 300 μέτρων και συνεπώς ακούονται υπό των διερχομένων δια της οδού αι οξείαι κραυγαί των σφαζομένων χοίρων και οι των βοών μυκηθμοί. (Ο κ. Δήμαρχος ανέφερεν) ότι δια της αποφάσεως ταύτης του κ. Νομάρχου θέλει επέλθει, άν μη πλήρης ματαίωσις, εξ’ άπαντος η επί μακρόν αναβολή της εκτελέσεως του μάλλον κατεπείγοντος και απολύτως αναγκαίου, οποίον το της ανιδρύσεως Δημοτικών Σφαγείων, ών στερείται η πόλις, η δε σφαγή των ζώων γίνεται εν ταις κεντρικαίς δημοτικαίς αγοραίς επί κινδύνω των κατοίκων. (Όθεν ο κ. Δήμαρχος) παρακαλεί το σώμα να εγκαλέση την εν λόγω απόφασιν (του κ. Νομάρχου) εις το επί των Εσωτερικών Υπουργείον – διότι, ενώ κατά νόμον τα σφαγεία πρέπει να κατασκευάζονται έξω της πόλεως, πλησίον θαλάσσης (……) και επί γηπέδου πλησίον των δημοσίων οδών και μάλιστα εκείνων, δι’ ών επιτελούνται αι μεγαλύτεραι προσελεύσεις των ζώων (δια να μην παρεμβάλλονται εμπόδια εις την υπηρεσίαν των κρεοπωλών και αλαντοποιών) ο κ. Νομάρχης δια της εν λόγω αποφάσεως του εθεώρησεν ακατάλληλα τα εν λόγω γήπεδα, διότι κείνται παρά την δημοσίαν παραλιακήν οδόν Πατρών – Πύργου. (Δι’ αυτής όμως της οδού) ενεργείται η μεγαλυτέρα μεταφορά των προς σφαγήν ζώων, (ενώ) εις απόστασιν ου μόνον 100 μέτρων αλλά και πενταπλασίαν ταύτης φθάνουσι οι μυκηθμοί των βοών και αι οξείαι κραυγαί των σφαζομένων ζώων, πλήν το τοιούτον δεν δικαιολογεί την τοιαύτην απομάκρυνσιν των Σφαγείων επί παντός τόπου, δι’ ού διέρχονται και ευρίσκονται άνθρωποι – λαμβανομένου μάλιστα υπ’ όψιν ότι συνήθως την νύκτα υπό των κρεοπωλών σφάζονται τα ζώα, ότι η θέσις αυτή κείται μακράν του άκρου της πόλεως, εις 2.700 μέτρα, και ότι η σφαγή των ζώων θα ενεργείται πρός το βάθος των γηπέδων εχόντων μήκος 110 περίπου μέτρων από της οδού. (Ο κ. Δήμαρχος εσημείωσεν, ότι) ενώ ο λόγος, όν προβάλλει η νομαρχιακή απόφασις, δεν είναι σπουδαίος, η αξίωσις τού να εξευρεθή γήπεδον μακράν της οδού, θέλει υποβάλλει τον Δήμον εις υπερόγκους δαπάνας και παρουσιάζει ανυπερβλήτους δυσχερείας – διότι κατ’ ανάγκην πρέπει να αγοράση ο Δήμος ού μόνον το εις απόστασιν 300 μέτρων απαιτούμενον γήπεδον δια την κατασκευήν των, αλλά και τα μεσολαβούντα μεταξύ αυτού και της παραλιακής οδού κτήματα, όπως ανοίξη δι’ αυτών ευρείαν είσοδον προς τα Σφαγεία και κατασκευάσει δι’ αυτών τον κατάλληλον υπόνομον πρός εκβολήν εις την θάλασσαν των ακαθαρσιών ( ……)

Το σώμα παμψηφεί δέχεται την πρότασιν του κ. Δημάρχου και εγκαλεί δια τους εκτεθέντας λόγους την υπ’ αριθμόν 251 ενεστώτος έτους απόφασιν του κ. Νομάρχου προς το επί των Εσωτερικών Σεβαστόν Υπουργείον».

Τα Δημοτικά Σφαγεία χτίστηκαν τελικά το 1903 στα προαναφερόμενα οικόπεδα και σε έκταση είκοσι στρεμμάτων, αφού τον Μάιο του 1902 είχε διευθετηθεί η σχετική διαφορά μεταξύ Δήμου και Νομαρχίας. Όπως έχει προαναφερθεί Σφαγεία έξω από την πόλη υπήρχαν από το 1870, χαρακτηρίζονταν όμως όπως έγραψαν εφημερίδες της εποχής, από πολλές και ασυγχώρητες ατέλειες.

Η εφημερίδα «Νεολόγος» στο φύλλο της 9 Ιουνίου 1902 αναφέρει ότι ετέθει ο θεμέλιος λίθος των αφαγείων. Στο Δημοτικό συμβούλιο της 22 Ιουνίου 1902 συζητείται ότι έγινε η θεμελίωση των σφαγείων. Τελικά τα σφαγεία κτίστηκαν το 1903 επί δημαρχίας Δημητρίου Βότση. Είναι έργο του αρχιτέκτονα Γεωργίου Λυκούδη. Τα κτίρια έχουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Είναι κατασκευασμένα από λαξευτή ανεπίχριστη πέτρα, με ανοίγματα που πλαισιώνονται από λίθινες ταινίες (αγκωνάρια) και ακμές που κοσμούνται από μεγάλους ακρογωνιαίους λίθους. Οι δίρριχτες και τετράρριχτες κεραμοσκεπές προεξέχουν περιμετρικά και στηρίζονται σε ξύλινα φουρούσια. Στο τέλος της δεκαετίας του ’90, μετά την παύση λειτουργίας τους ως σφαγεία, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα URBAN από τον Δήμο Πατρέων που είναι ο ιδιοκτήτης και αποκαταστάθηκαν για να αποδοθούν σε νέα χρήση. Σήμερα, ο χώρος των δημοτικών σφαγείων λειτουργεί ως πολυχώρος ψυχαγωγίας, διασκέδασης και πολιτιστικών εκδηλώσεων.

By stavros|Χωρίς Κατηγορία|0 comment

Comments are closed.